Καθώς διανύουμε τον κατ’ εξοχήν μήνα των διακοπών, στη σκιά της πανδημίας και της συνεπακόλουθης οικονομικής κρίσης, ένα ακόμα τραγικό γεγονός ήρθε να προστεθεί στην «μαύρη» λίστα του 2020, που όλο και μακραίνει, κάνοντας τους ανθρώπους να νιώθουν πως βιώνουν ένα βασανιστικό, κακό όνειρο: Η πρωτοφανής έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού, την περασμένη Τρίτη, συγκλόνισε, στην κυριολεξία, του κατοίκους της πρωτεύουσας του Λιβάνου και ολόκληρης της χώρας, αλλά και τους κατοίκους των χωρών της νοτιοανατολικής Μεσογείου, περιλαμβανομένης και της Κύπρου, αν και απέχει 200 ολόκληρα χιλιόμετρα από το σημείο της έκρηξης.
Είτε πρόκειται για απρόβλεπτο ατύχημα, είτε πρόκειται για πράξη δολιοφθοράς, γεγονός παραμένει ότι μια ολόκληρη αστική περιοχή, με πληθυσμό πέραν των 2 εκατομμυρίων κατοίκων, έχει καταστραφεί, εξαιτίας ανθρώπινων παρασκευασμάτων, λαθών ή ενεργειών.
Αναμφίβολα, οι σκέψεις όλων μας είναι στους συγγενείς των δεκάδων νεκρών και στους χιλιάδες τραυματίες, καθώς και σε όλους τους κατοίκους της Βηρυτού, που μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα είδαν την πόλη τους να ερειπώνεται, τα σπίτια, τα γραφεία και τις περιουσίες τους να καταστρέφονται και τις ζωές τους να διαλύονται, λες και δεν ήταν αρκετά όσα βίωσαν και βιώνουν, σε μια από τις πλέον δοκιμαζόμενες χώρες του πλανήτη, τα τελευταία 80 χρόνια.
Όμως, οι σκέψεις μας κυριαρχούνται και από δύο άλλες πτυχές αυτής της τραγωδίας, τις οποίες είναι χρήσιμο να αναλογιστούμε και να αξιολογήσουμε:
Η πρώτη πτυχή αφορά τον άνθρωπο∙ τον άνθρωπο και τη δυνατότητά του να προκαλεί, άθελα ή ηθελημένα, μια τόσο μεγάλη καταστροφή, ίση ή μεγαλύτερη από τις χειρότερες φυσικές καταστροφές και μάλιστα σε καιρό σχετικής, για την περιοχή, ειρήνης. Το γεγονός δηλαδή ότι, ανθρώπινο δημιούργημα βρισκόταν αποθηκευμένο στο χώρο της έκρηξης, ανθρώπινη ήταν η απόφαση να παραμείνει εκεί για τόσο καιρό, ανθρώπινη ήταν η αμέλεια για στοιχειώδη μέτρα προστασίας, ανθρώπινο ήταν το λάθος που προκάλεσε το ατύχημα και τις αρχικές εκρήξεις, ανθρώπινη ήταν και η αδυναμία να περιοριστεί η πυρκαγιά που οδήγησε στην μέγιστη έκρηξη. Οι ίδιοι ανθρώπινοι παράγοντες ισχύουν ασφαλώς και στην περίπτωση της δολιοφθοράς, με πρόσθετο στοιχείο τον, επίσης ανθρώπινο, δόλο και τις ενέργειες που τον συνοδεύουν.
Η δεύτερη πτυχή αφορά μια εύλογη ανησυχία και απορία: Πόσα τέτοια φορτία, υλικά, παρασκευάσματα υπάρχουν άραγε αποθηκευμένα, ή «ξεχασμένα», σε όλο τον πλανήτη και ειδικότερα σε χώρες με «βεβαρημένο» πολιτικό-στρατιωτικό ιστορικό, όπως ο Λίβανος; Όσο υπερβολική κι αν ακούγεται αυτή η ανήσυχη απορία, στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου υπερβολική. Αποθηκευμένα και «ξεχασμένα» ήταν τα containers που εξερράγησαν πριν 9 χρόνια στο Μαρί, σκοτώνοντας 13 ανθρώπους και καταστρέφοντας την μεγαλύτερη ηλεκτροπαραγωγική υποδομή του νησιού μας, αποθηκευμένοι και «ξεχασμένοι» ήταν οι τόνοι νιτρικής αμμωνίας που εξερράγησαν, είτε κατόπιν ατυχήματος, είτε κατόπιν δολιοφθοράς, την περασμένη Τρίτη, στη Βηρυτό. Όσο διαφορετικά κι αν είναι τα δύο γεγονότα, τόσο σε κλίμακα όσο και σε μέγεθος καταστροφής, είναι και τα δύο όμοια ως προς μία παράμετρο: Ανυποψίαστος ήταν ο κυπριακός λαός τον Ιούλιο του 2011, ανυποψίαστος ήταν ο λαός του Λιβάνου την περασμένη Τρίτη, ανυποψίαστος είναι κάθε λαός μέχρι την ώρα και τη στιγμή μιας τέτοιας μεγάλης έκρηξης, σε καιρό ειρήνης.
Η αξιολόγηση των δύο πιο πάνω πτυχών της έκρηξης στην Βηρυτό, ίσως μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε ότι, τελικά, τέτοιου είδους τραγικά γεγονότα δεν προκύπτουν μόνο από ατυχία, ούτε απλώς σε μια «κακή στιγμή», αλλά κουβαλούν μια σειρά από αρνητικές ανθρώπινες παραμέτρους, που δύσκολα γίνονται αντιληπτές σε συνθήκες ομαλότητας και κανονικότητας και ακόμα πιο δύσκολα, διορθώνονται.