Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιβολή κυρώσεων κατά κυπρίων φυσικών και νομικών προσώπων, από πλευράς των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι ένα ιδιαιτέρως σοβαρό γεγονός.
Δεδομένης αυτής της σοβαρότητας, κρίνεται ως ορθή και εύλογη η άμεση δράση του Προέδρου Χριστοδουλίδη και της κυβέρνησής του, προκειμένου να καταστεί σαφής, εξαρχής, η βούληση της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας για πλήρη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου και η αποφασιστικότητά της να διαφυλάξει, αλλά και να ενισχύσει, την αξιοπιστία της Κύπρου ως διεθνές, χρηματοοικονομικό και επιχειρηματικό κέντρο.
Στη σκιά του θερμού πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, ο οποίος άρχισε μετά τη ρωσική εισβολή και βρίσκεται έκτοτε σε εξέλιξη στο έδαφος της Ουκρανίας, αλλά και στη σκιά του ψυχρού πολέμου Ρωσίας-Δύσης, ο οποίος αναβίωσε και εντείνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη, γεγονότα όπως το συγκεκριμένο συνθέτουν – και αυτά – τη νέα, ρευστή κατάσταση πραγμάτων.
Με σεβασμό στην κρατική οντότητα και κυριαρχία της, αλλά και συναισθανόμενη τη θέση της εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το μέγεθός της εντός του διεθνούς, οικονομικού περιβάλλοντος, η Κύπρος οφείλει να αναπτύξει τους μηχανισμούς και να εξασκήσει τα αντανακλαστικά της προκειμένου να μπορεί να ανταποκρίνεται στις συμβατικές υποχρεώσεις της ως κράτος μέλος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και να μπορεί να αξιολογεί, με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, αποφάσεις χωρών με παγκόσμιο χρηματοοικονομικό εκτόπισμα, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Είναι προφανές ότι η ύπαρξη της Εθνικής Μονάδας Επιβολής Κυρώσεων δεν αφορά κάποιο ασαφές ή θεωρητικό ενδεχόμενο αλλά συνιστά μια απολύτως πρακτική αναγκαιότητα, η οποία συνδέεται με το κύρος και την αξιοπιστία της Κύπρου διεθνώς και την ικανότητα της να αξιολογεί άμεσα, αντικειμενικά, έγκυρα και πειστικά, ζητήματα τα οποία επηρεάζουν την κυπριακή οικονομία, αγγίζουν την κυπριακή κοινωνία και επηρεάζουν καθοριστικά επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Το πλαίσιο ήδη υφίσταται, καθορισμένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους εντεταλμένους θεσμούς της. Όμως, αυτό το πλαίσιο, μόνο του, δεν αρκεί. Οι πρόσφατες κυρώσεις κατά προσώπων, επιβεβλημένες από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανέδειξαν την ανάγκη εγχώριας αξιολόγησης και συνεπακόλουθων ενεργειών, οι οποίες να είναι νομικά ανθεκτικές σε οποιαδήποτε αμφισβήτηση.
Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό πως άγουμε μια νέα εποχή. Ακόμα πιο τρικυμιώδη, πιο επικίνδυνη και εν πολλοίς αχαρτογράφητη. Μια εποχή, η οποία απαιτεί από τα μικρά κράτη, όπως η Κύπρος, να πείθουν για την ικανότητα και δυνατότητά τους να διαδραματίζουν τον διεθνή – και, ίσως, δυσανάλογο του μεγέθους τους – ρόλο, που η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογία επιτρέπουν και που στο παρελθόν ήταν ανέφικτος. Η σταθερή, σωστή επιδίωξη να είναι η χώρα μας ένα διεθνές, χρηματοοικονομικό και επιχειρηματικό κέντρο δεν έχει μόνο κέρδη και προνόμια∙ έχει και κόστος και υποχρεώσεις.