Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαική Ένωση, σαν σήμερα το 2004, είναι αναμφίβολα η μεγαλύτερη επιτυχία του κυπριακού λαού, μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους το 1960 και σηματοδοτεί, δικαιολογημένα, ένα κορυφαίο σταθμό στην Ιστορία της Κύπρου.
Όντας η ισχυρότερη ασπίδα του κυπριακού Ελληνισμού, στην μακραίωνη προσπάθεια για φυσική και εθνική επιβίωση στο πολύπαθο νησί της νοτιοανατολικής Μεσογείου, η κάλυψή της με τον μανδύα του ισότιμου μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την 1η Μαΐου 2004, ενίσχυσε την Κυπριακή Δημοκρατία πολιτικά, οικονομικά και γεωστρατηγικά στον αγώνα εδραίωσης της θέσης και του ρόλου της, στην ευρύτερη περιοχή.
Δικαιολογημένα, ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσσος Παπαδόπουλος, δήλωνε στο Δουβλίνο, στο πλαίσιο της επίσημης τελετής ένταξης των δέκα νέων, τότε, κρατών-μελών, ότι «είναι μια πολύ σημαντική ημέρα για την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς το όραμα και οι προσπάθειες αρκετών ετών έχουν σήμερα φθάσει στην οριστική κατάληξη, με την ένταξη της Κύπρου ως ισότιμου μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Δίκαιος έπαινος αξίζει σε όλες τις μέχρι τότε κυπριακές Κυβερνήσεις, για την πολιτική βούληση και την προσήλωσή τους στην ένταξη αυτή, στην κυπριακή Βουλή, για την έγκαιρη και αποτελεσματική εναρμόνιση της νομοθεσίας, στην κυπριακή δημόσια υπηρεσία για το ζήλο και τη συνέπεια που επέδειξε και, ασφαλώς, στον κάθε Ελληνοκύπριο και στην κάθε Ελληνοκύπρια που με την εργατικότητα, τις θυσίες τους και την αποφασιστικότητά τους κατάφεραν να οικοδομήσουν ένα ευρωπαϊκό κράτος, παρά τη βάρβαρη τουρκική εισβολή, παρά την προσφυγιά, παρά τη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή και παρά τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες που υπήρχαν και ακόμα υπάρχουν.
Όμως, ο καθοριστικότερος παράγοντας για την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν η Ελλάδα. Ήταν η Ελλάδα και ειδικότερα η Βουλή των Ελλήνων, που έθεσε την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως την απαραίτητη προϋπόθεση για την επικύρωση της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, άρα, την ένταξη και των υπολοίπων εννέα υποψηφίων χωρών. Και είναι αυτή η καθοριστική στάση της Βουλής των Ελλήνων, που διασφάλισε τελικά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, βάζοντας φραγμό σε σκέψεις ξένων χωρών για αναβολή, με πρόσχημα την μη-λύση του Κυπριακού.
Χαρακτηριστική ήταν η επίσημη δήλωση του Τάσσου Παπαδόπουλου, στις 10 Φεβρουαρίου 2004, ημέρα επικύρωσης από τη Βουλή των Ελλήνων, της Συνθήκης Ένταξης των δέκα νέων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση: «Για την Κύπρο είναι ακόμα μεγαλύτερο ιστορικό ορόσημο κι επίτευγμα … /… Κι αυτό, έχει γίνει με τη σταθερή βοήθεια της Ελλάδας, της Ελληνικής Κυβέρνησης, της Βουλής των Ελλήνων, του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας, οργανώσεων και όλων όσοι έχουν βοηθήσει ώστε αυτό το όραμα να καταστεί πραγματικότητα. Αναφέρω ιδιαίτερα τη Βουλή των Ελλήνων, γιατί, συνετά, αλλά με αποφασιστικότητα και συνέπεια, επέλεξε και κατέστησε προϋπόθεση της επικύρωσης της Συνθήκης διεύρυνσης της Ευρώπης την περίληψη της Κύπρου μέσα στις δέκα χώρες. Δεν έχω καμιά επιφύλαξη να πω ότι χωρίς τη βοήθεια της Ελλάδας, όσα επιτεύγματα, οικονομικά και άλλα, κι αν είχαμε πετύχει στην Κύπρο, όση διπλωματική ευελιξία κι αν είχαμε επιδείξει, δεν θα ήταν δυνατή η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι’ αυτό, εκφράζω από μέρους της Κυβέρνησης, του κυπριακού λαού κι εγώ προσωπικά, βαθύτατες ευγνώμονες ευχαριστίες προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Βουλής των Ελλήνων, για τη σταθερή και αποφασιστική βοήθεια που μας έχουν δώσει».