Θα μπορούσαμε να συζητούμε για ώρες για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στη διάρκεια της προεδρικής θητείας του απερχόμενου Προέδρου Ντόναλτ Τραμπ, τα προβλήματα που έλυσε, συντήρησε, ή προκάλεσε και τις επιπτώσεις – θετικές και αρνητικές – που αυτή αφήνει.
Για ώρες, επίσης, θα μπορούσαμε να συζητούμε για την εσωτερική πολιτική του, δηλαδή την πολιτική του στα θέματα της οικονομίας, του περιβάλλοντος, της υγείας, της παιδείας, της επιχειρηματικότητας, της εγκληματικότητας, της διαφάνειας και, ασφαλώς, της αντιμετώπισης της πανδημίας και το κατά πόσο οι ΗΠΑ και ο αμερικανικός λαός βρίσκονται το 2020 σε καλύτερη, ή χειρότερη κατάσταση, σε σύγκριση με την αντίστοιχη του 2016.
Η αλήθεια είναι ότι απαιτείται καλή γνώση όλων των δεδομένων και σφαιρική προσέγγιση όλων των θεμάτων, για να μπορέσει κανείς να κρίνει με αμεροληψία και να συμπεράνει, για παράδειγμα, ότι στα τάδε θέματα η διακυβέρνηση Τραμπ ήταν καλύτερη από προηγούμενες και στα τάδε θέματα ήταν χειρότερη.
Εγείρεται επομένως το ερώτημα, «γιατί η πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών αλλά και της ανθρωπότητας αντίκρυσε με σχετική ανακούφιση την ήττα του Ντόναλτ Τραμπ;»
Η απάντηση ίσως να κρύβεται στην ίδια την ερώτηση και στο γεγονός ότι η ανακούφιση δεν αφορά τόσο την νίκη Μπάιντεν – τον οποίο θα πρέπει να κρίνουμε και μάλιστα αυστηρά, από το έργο του όταν αναλάβει –, αλλά αφορά, περισσότερο, την ήττα Τραμπ. Αφορά, δηλαδή το γεγονός ότι ο Μπάιντεν ψηφίστηκε σε μεγάλο βαθμό όχι επειδή είναι αυτός που είναι, αλλά επειδή ΔΕΝ είναι ο Τραμπ.
Γιατί; Γιατί, ανεξαρτήτως πολιτικών αποφάσεων και προτεραιοτήτων, για τις οποίες, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, μπορούμε να συζητούμε για ώρες, ο Ντόναλτ Τραμπ προσωποποιεί μια σειρά αρνητικά χαρακτηριστικά, που δεν ταιριάζουν σε ένα αρχηγό κράτους∙ για την ακρίβεια, δεν πρέπει να ταιριάζουν σε κανέναν: ερειστικός, υβριστικός, επιθετικός, αλαζόνας, υπερφίαλος, μεγαλομανής, εγωκεντρικός, σεξιστής, ρατσιστής, αγενής, άξεστος, αναξιόπιστος, λαϊκιστής και αγνώμονας είναι μόνο από τα επίθετα που μπορούν να αναφερθούν για τον απερχόμενο Πρόεδρο των ΗΠΑ, τα οποία συνδέονται και τεκμηριώνονται με αμέτρητες δηλώσεις, tweets, συμπεριφορές, γκριμάτσες και χειρονομίες του, στη διάρκεια της τετραετούς θητείας του, αλλά και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου των προηγούμενων εκλογών.
Και όμως, άλλο είναι το χαρακτηριστικό του Ντόναλτ Τραμπ, που ενόχλησε και ενοχλεί περισσότερο κάθε αντικειμενικό κριτή: η ευκολία με την οποία λέει ψέματα, η ευκολία, δηλαδή, με την οποία παραποιεί γεγονότα, στοιχεία και δεδομένα, τα οποία όμως δεν «σηκώνουν» αμφισβήτηση. Διότι, είναι ένα πράγμα οι εκτιμήσεις, προβλέψεις, αποφάσεις ή απόψεις του οποιουδήποτε, όσο αιρετικές ή προβληματικές και αν είναι και είναι άλλο πράγμα το ψέμα. Και δυστυχώς, ο Ντόναλτ Τραμπ, ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, επέμενε, σε καθημερινή σχεδόν βάση, να επικαλείται στοιχεία, αριθμούς, στατιστικές, δεδομένα, ακόμα και γεγονότα, που απλά ΔΕΝ υπήρχαν∙ για την ακρίβεια, δεν υπήρξαν ποτέ. Είναι επομένως προφανές ότι ο Ντόναλτ Τραμπ πολιτεύεται σε ένα κυριολεκτικώς δικό του κόσμου, υπηρετώντας μια εντελώς δική του «αλήθεια». Και αυτό, προμηνύει απρόβλεπτες και πρωτόγνωρες εξελίξεις στις εβδομάδες που ακολουθούν.